Μιχάλης Παππάς |
Μαριάννα Τανάγια Τον γνώρισα όταν επισκέφτηκε το προηγούμενο Behance Thessaloniki αφού επιλέχθηκε για να παρουσιάσει τη δουλειά του. Ήθελα να τον γνωρίσω καλύτερα όταν στα mingle drinks μου είπε λίγα πράγματα για την ιστορία του. Όπως για παράδειγμα ότι έπαιρνε τα… βουνά, ενώ δεν έχανε πανηγύρι ή γάμο Ρομά προκειμένου να εξασκηθεί στη φωτογραφία. Ώρα να τον γνωρίσεις κι εσύ μέσα από τις απολαυστικές απαντήσεις και τις δυνατές φωτογραφίες του.
Μίλησέ μου για τον τόπο που γεννήθηκες και μεγάλωσες.
Γεννήθηκα το Μάη του 1980 στο χωριό Κήρινθος στη Βόρεια Εύβοια.
Ένα μικρό χωριό 60 χιλιόμετρα μακριά από τη Χαλκίδα, την πρωτεύουσα του νησιού. Μικρό, αλλά με μεγάλη ιστορία. Στην παραλία του χωριού, την Κρύα Βρύση (βρίσκεται από την πλευρά του Αιγαίου απέναντι από την Σκόπελο) ήταν χτισμένη η Αρχαία Κήρινθος την οποία αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα καθώς πήρε μέρος στον πόλεμο κατά της Τροίας.
Νιώθω τυχερός που μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον πλούσιο σε πράσινο, μέσα σε πευκόδασος, πλατανόδασος και μεγάλους κάμπους. Σε έναν τόπο πλούσιο σε νερά, θάλασσα, ποτάμια, πηγές, λίμνες. Πιστεύω ότι το φυσικό περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγαλώνει κάποιος παίζει μέγιστο ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του.
Από τα παιδικά μου χρόνια θυμάμαι ατελείωτο παιχνίδι. Ούτε για φαγητό δε γύριζα, οι γονείς μου φώναζαν. Θυμάμαι πολλούς και καλούς φίλους. Πολλοί απ’ αυτούς δυστυχώς δεν είναι πια μαζί μας, μου λείπουν. Με σημάδεψε η μέρα που έμαθα ότι δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης. Θυμάμαι τη στεναχώρια μου. Ένας ολόκληρος κόσμος γκρεμίστηκε μέσα μου.
Ας παραμείνουμε “πίσω”. Σε εκείνη τη στιγμή που είδες μια φωτογραφία που σε συγκλόνισε κι αποφάσισες να ασχοληθείς κι εσύ.
Δε θα πάμε και πολύ πίσω. Είχα ήδη αποφασίσει ότι θα ασχοληθώ με τη φωτογραφία. Η στιγμή που με σημάδεψε συνέβη στο μάθημα της Ιστορίας Φωτογραφίας στη σχολή. Καθόμουν τελευταίο θρανίο, μπαίνει η δασκάλα μας, ανοίγει τη γιγαντοοθόνη, σβήνει τα φώτα και μας δείχνει φωτογραφίες του Νίκου Οικονομόπουλου από το πρακτορείο Magnum.
Δε θυμάμαι κάτι συγκεκριμένο, θυμάμαι όμως ότι η μία μετά την άλλη φωτογραφία ήταν για εμένα γροθιά στο στομάχι. Εκεί κατάλαβα πόση δύναμη μπορεί να έχει μία φωτογραφία, γιατί η καθεμία ήταν γεμάτη αλήθεια και ζωή. Αυτό που έβλεπα δεν ήταν απλά φωτογραφία, ήταν ποίηση, ήταν «ποιητική φωτογραφία» και κατάλαβα αμέσως ότι αυτό ήθελα να κάνω.
Πώς άρχισες να πειραματίζεσαι; Θυμάμαι την ιστορία που πήγαινες μόνος σου στο βουνό και φωτογράφιζες.
Άρχισα με μία αναλογική που αγόρασα από έναν φίλο από το χωριό. Δεν είχα καμία γνώση πώς να την χειριστώ. Αργούσα να δω και το αποτέλεσμα μέχρι να πάνε τα φιλμ στη Χαλκίδα για εμφάνιση κι έτσι πήρα μία compact. Δεν την κράτησα ούτε μήνα γιατί δεν είχε ρυθμίσεις ώστε να κάνω εγώ κουμάντο στο φως. Στη συνέχεια πήρα την πιο φθηνή DSLR για να πειραματιστώ.
Για να βγάλω την πρώτη μου φωτογραφία πήγα στον κάμπο του χωριού μου. Σε ένα καταπράσινο χωράφι που είχε ένα μοναχικό δέντρο στη μέση. Ήταν μέρα μεσημέρι κι έτσι την έβγαλα κατάμαυρη. Καμία πληροφορία καταγεγραμμένη.
Μετά από πολύ ψάξιμο έμαθα να την χειρίζομαι κι έτσι πήρα τα βουνά, τα χωράφια, τις παραλίες, τα ποτάμια και τις λίμνες. Μου άρεσε να πηγαίνω να φωτογραφίζω με δύσκολες καιρικές και φωτιστικές συνθήκες: νωρίς το πρωί και το απόγευμα που πέφτει ο ήλιος.
Δεν υπήρχε μέρα που να μην πάρω τα βουνά, σε σημείο παρεξηγήσεως από τους ανθρώπους στο χωριό. Νόμιζαν ότι τρελάθηκα. Κάποιοι έλεγαν ότι έχω μπλέξει με παράνομες δουλειές.
Στην κουβέντα μας είχες αναφέρει τα πρώτα σου φωτογραφικά βήματα στα πανηγύρια της Εύβοιας και σε γάμους των Ρομά. Πώς το σκέφτηκες ως τρόπο εξάσκησης της φωτογραφικής σου τέχνης;
Τα πρώτα μου βήματα τα έκανα επηρεασμένος από τις φωτογραφίες του Νίκου Οικονομόπουλου. Φωτογράφιζε σε πανηγύρια, σε καταυλισμούς τσιγγάνων, σε φτωχές περιοχές, στην επαρχία. Το πρώτο πανηγύρι που επισκέφθηκα για να φωτογραφίσω ήταν της Αγίας Παρασκευής στο χωριό μου. Μαγείρευαν όλο το βράδυ κρέας σε καζάνια με φωτιές από ξύλα. Είδα ότι μου πήγαινε να φωτογραφίζω σε τέτοιες καταστάσεις. Μπορούσα και ήμουν διατεθειμένος να αφιερώσω χρόνο. Έτσι, έψαξα και βρήκα κι άλλες γιορτές και πανηγύρια στην Εύβοια όπου θα είχα πιο εύκολη πρόσβαση. Πήγα και σε καταυλισμούς τσιγγάνων.
Είχα βρει ένα στυλ να φωτογραφίζω και απλά μετά ήθελα, πηγαίνοντας σε τέτοιες κλειστές κοινωνίες, να δουλέψω τον τρόπο προσέγγισής μου γιατί πιστεύω ότι η μισή δουλειά, η μισή φωτογραφία είναι το πώς θα προσεγγίσεις το θέμα.
Τι έμαθες από την επίσκεψή σου σε τόσα πανηγύρια; Ποιο ήταν το πιο δυνατό μάθημα που πήρες;
Μετά από τόσα πανηγύρια και μπαίνοντας σε αυτές τις κλειστές κοινωνίες έμαθα να είμαι ο εαυτός μου. Να μην προσποιηθώ ποτέ και για τίποτα, να είμαι αληθινός και ειλικρινής. Τόσο εύκολο και τόσο δύσκολο ταυτόχρονα. Δεν μπορείς να σταθείς σε τέτοιους χώρους, όπου οι άνθρωποι σου ανοίγουν ακόμα και το σπίτι τους και να μην είσαι ειλικρινής. Δεν μπορείς να γίνεις δεκτός αν προσποιηθείς έστω και για το παραμικρό.
Το πιο δυνατό μάθημα που έχω πάρει μέχρι τώρα είναι ότι καμία φωτογραφία δεν αξίζει ώστε να διακινδυνέψεις τη σωματική σου ακεραιότητα. Το κατάλαβα αυτό όταν είχα μπει σε μία πολύ κλειστή κοινωνία. Εισχώρησα αρκετά, πολύ περισσότερο απ’ όσο έπρεπε και ένας κινήθηκε απειλητικά προς το μέρος μου φωνάζοντας ότι εμείς οι φωτογράφοι τους εκμεταλλευόμαστε κι ότι βγάζουμε πολλά λεφτά με τις φωτογραφίες τους. Έκατσα να του εξηγήσω ήρεμα ότι δεν είναι έτσι. Λάθος μου. Με περικύκλωσαν οι δικοί του. Και μόνο που τον άκουγαν να φωνάζει του έδωσαν δίκιο. Έπεσαν κάποια σπρωξίματα, απείλησαν να σπάσουν τη μηχανή και το κεφάλι μου. Το πιο ανησυχητικό ήταν ότι κανείς από τους υπόλοιπους δεν προσπαθούσε να ηρεμήσει τα πνεύματα. Τους είπα ότι δεν έχω φωτογραφίσει, τους έδειξα τη μηχανή και τους διαβεβαίωσα ότι αφού δε θέλουν, θα φύγω. Έπρεπε να περάσω ανάμεσα από δύο για να πάω προς την πόρτα. Ήξερα ότι αν δεν με αφήσουν να περάσω, τα πράγματα θα ήταν πολύ δύσκολα. Ευτυχώς άνοιξαν και πέρασα.
Ποια είναι η φωτογραφία από αυτή την περίοδο που «κρύβει» την πιο συναρπαστική ιστορία που θα θυμάσαι για πάντα;
Η παραπάνω φωτογραφία. Είναι στις γιορτές Παλιάς Πόλης της Ξάνθης. 2011. Το πρώτο μου μεγάλο πανηγύρι εκτός Εύβοιας. Ανέβηκα με αμάξι. Δεν είχα υπολογίσει καλά τις βενζίνες και τα διόδια, μου έτυχε και μία βλάβη στο δρόμο και με έβγαλαν εκτός μπάτζετ. Όχι ότι ήταν και κανένα μεγάλο το μπάτζετ μου. Δικά μου, βλέπεις, όλα τα έξοδα.
Έτσι, αναγκάστηκα να περάσω επτά μερόνυχτα στο αμάξι. Το είχα αράξει σε μια γειτονιά απέναντι από ένα σπίτι ώστε να νιώθω ασφάλεια και να μην είμαι απομονωμένος.
Για τουαλέτα και μπάνιο πήγαινα στο πολυτεχνείο Ξάνθης καθώς εκείνη την περίοδο είχε κατάληψη. Είχα μιλήσει με τους φοιτητές και με άφηναν να μπαίνω. Μετά από τόσες μέρες στο αμάξι εκτίμησα το κρεβάτι μου και το τρεχούμενο νερό. Έβλεπα σπίτια που είχαν φως και ζήλευα επειδή εγώ ήμουν μόνος. Έφτασα σε σημείο να βλέπω κόσμο στο δρόμο και να σκέφτομαι ότι “αυτός ο άνθρωπος θα κοιμηθεί απόψε σε κρεβάτι κι ότι δεν υπάρχει άνθρωπος από εδώ που να μην κοιμηθεί σε στρώμα”.
Στο τέλος, όμως, όλο αυτό μου αφήνει γλυκιά γεύση. Θα το ξαναέκανα σίγουρα. Από τότε έχω ξανακοιμηθεί κι άλλες φορές στο αμάξι. Δεύτερο ρεκόρ, τέσσερις μέρες στην Αράχοβα για το πανηγυράκι του Αγίου Γεωργίου (εκεί λόγω κρύου είχα στήσει αντίσκηνο μέσα στο αμάξι. Το αμάξι είναι ένα μικρό δίπορτο).
Εφτά μέρες πανηγύρι, χιλιάδες φωτογραφίες από όλες αυτές τις μέρες και κράτησα μόνο αυτή. Γιατί μόνο αυτή η φωτογραφία ήταν όπως την ήθελα και αυτή την έβγαλα χωρίς να κοιτάζω μέσα από το οφθαλμοσκόπιο της μηχανής.
Από αυτά σου τα ταξίδια έχει προκύψει μια σειρά φωτογραφιών με λαογραφικά στοιχεία που απεικονίζουν την εικόνα μιας άλλης Ελλάδας. Πώς θα περιέγραφες τους πρωταγωνιστές σου;
Είναι απλοί καθημερινοί άνθρωποι που μου βγάζουν αγνότητα. Είναι αυτοί που θα τους δει ο κόσμος και θα τους προσπεράσει, δε θα τους δώσει καθόλου σημασία. Κι όμως μέσα στην απλότητά τους, είναι τόσο γεμάτοι από ζωή.
Σε διπλανό χωριό από το δικό μου στη Βόρεια Εύβοια, με έχουν αποκηρύξει. Ο λόγος; Κάθε Σεπτέμβριο γίνεται λιτανεία εικόνας. Την παίρνουν και την πάνε με τα χέρια έξω από το χωριό σε ένα ξωκλήσι. Έχω πάει δύο χρονιές να φωτογραφίσω.
Ένας ντόπιος, όπου βρεθεί κι όπου σταθεί λέει να μην μου επιτρέψουν να φωτογραφίσω ξανά το χωριό τους γιατί βγάζω όλους τους κουτσούς, τους στραβούς, τους τσιγγάνους και τους παππούδες και δεν φωτογραφίζω τους δημάρχους και τους αρχιεπισκόπους θεωρώντας ότι τους κάνω δυσφήμιση.
Η τραγική ειρωνεία; Οι φωτογραφίες που έβγαλα σε εκείνο το χωριό ήταν η αφορμή να με καλέσουν στην εκπομπή “Μένουμε Ελλάδα” προκειμένου να τις παρουσιάσω μιλώντας για πολύ ώρα για το χωριό του. Τόση δυσφήμιση.
Ασχολείσαι και με τη φωτογραφία γάμου αλλά με ένα πιο ντοκιμαντερίστικο στυλ. Ποιο είναι το στοιχείο που σε ιντριγκάρει σε αυτή το είδος φωτογραφίας;
Με ιντριγκάρει γιατί ο γάμος είναι από τα πιο δύσκολα είδη φωτογράφισης. Ό,τι γίνεται, γίνεται μία φορά και δεν έχεις ευκαιρία επανάληψης. Η ετοιμότητά σου εκείνη τη μέρα σχετικά με τεχνικά και θεωρητικά θέματα, αλλά και με την αντίληψη του χώρου πρέπει να είναι στο 100%.
Ο γάμος για εμένα είναι ντοκουμέντο, γι’ αυτό τον αντιμετωπίζω σαν ντοκιμαντέρ. Με ιντριγκάρει επίσης όταν υπάρχουν ζευγάρια που επιλέγουν αυτό το στυλ γιατί ξέρω ότι θα προκύψει μία όμορφη φωτοιστορία με αρχή, μέση και τέλος που θα την ευχαριστηθώ κι εγώ ο ίδιος. Ο κόσμος πρέπει να επιλέγει τις φωτογραφικές ματιές κι όχι τον αριθμό των άλμπουμ που δίνει ο καθένας. Ο φωτογράφος δεν πουλάει χαρτιά και μελάνια, πουλάει την ματιά του.
Ποιους φωτογράφους παρακολουθείς και θαυμάζεις;
Παρακολουθώ μανιακά -κρατώντας προσωπικό αρχείο- τους φωτογράφους που είναι στο πρακτορείο Magnum Photos. Εκεί βρήκα αληθινή φωτογραφία κι όχι ωραία φωτογραφία.
Έχουμε πήξει στην ωραία φωτογραφία. Ψέματα και ωραιοποίηση στην καθημερινή μας ζωή, στις σχέσεις μας, στη δουλειά μας, στους γονείς μας, στους φίλους μας…ε όχι και στην φωτογραφία. Το καλό, όμως, είναι ότι στη φωτογραφία δεν μπορείς να πεις ψέματα. Άλλωστε, πρώτος-πρώτος μέσα στην κάθε φωτογραφία φαίνεται ο ίδιος ο φωτογράφος.
Ποιον/α θα ήθελες πολύ να ποζάρει μπροστά στο φακό σου;
Tον πατέρα μου θα ήθελα πολύ. Τον έχασα τέλη του 2009. Ήταν φυσιογνωμία από αυτές που θα φωτογράφιζα αν τον έβλεπα σε ένα πανηγύρι.
Τι θα συμβούλευες σε κάποιον που θέλει ν’ αρχίσει να φωτογραφίζει;
Να είναι διατεθειμένος να δουλέψει πολύ. Το ταλέντο μόνο του δεν φτάνει. Ίσα-ίσα που κάνει κακό αν μείνει μόνο σε αυτό και εφησυχάσει.
Να έχει τεχνικό και θεωρητικό υπόβαθρο οπωσδήποτε. Χωρίς αυτά δε θα έχει αποτέλεσμα. Ο Van Gogh έλεγε σε μία επιστολή προς τον αδερφό του ότι αν δεν έχει μελετήσει παλιούς ζωγράφους και δεν έχει θεωρητικό υπόβαθρο, να μην ξεκινήσει να κάνει ούτε μία ευθεία γραμμή.
Να είναι διατεθειμένος επίσης να κάνει θυσίες. Άλλωστε, αν του αρέσει αυτό που κάνει δε θα το νιώσει σαν θυσία. Για να κάνεις μεγάλο έργο χρειάζεται να θυσιάσεις και τον ίδιο σου τον εαυτό.
Ποια είναι η καλύτερη συμβουλή που έχεις λάβει ποτέ;
Στο θέμα φωτογραφίας η καλύτερη συμβουλή που έχω ακούσει -άγια συμβουλή- είναι να δω πολλή και καλή φωτογραφία. Γενικά…να κάνω αυτό που μου αρέσει γιατί έτσι θα αρέσει και στους άλλους.
Ποιο είναι το πιο τρελό σου όνειρο σχετικά με την πορεία σου στη φωτογραφία;
Δε θα ήθελα να το πω τώρα και να ξεθυμάνει η δύναμή του. Θα πρέπει να δουλέψω πολύ ακόμα κι όταν και αν κάποια στιγμή γίνει, θα το πω.
Ένα μικρό δείγμα δουλειάς του:
Marianna says: «Δες το πλήρες porfolio του Μιχάλη Παππά στο Behance εδώ, μάθε περισσότερα για εκείνον στη σελίδα του στο Protagon όπου φιλοξενούνται τα φωτορεπορτάζ του».
Γεννήθηκα το Μάη του 1980 στο χωριό Κήρινθος στη Βόρεια Εύβοια.
Ένα μικρό χωριό 60 χιλιόμετρα μακριά από τη Χαλκίδα, την πρωτεύουσα του νησιού. Μικρό, αλλά με μεγάλη ιστορία. Στην παραλία του χωριού, την Κρύα Βρύση (βρίσκεται από την πλευρά του Αιγαίου απέναντι από την Σκόπελο) ήταν χτισμένη η Αρχαία Κήρινθος την οποία αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα καθώς πήρε μέρος στον πόλεμο κατά της Τροίας.
Νιώθω τυχερός που μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον πλούσιο σε πράσινο, μέσα σε πευκόδασος, πλατανόδασος και μεγάλους κάμπους. Σε έναν τόπο πλούσιο σε νερά, θάλασσα, ποτάμια, πηγές, λίμνες. Πιστεύω ότι το φυσικό περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγαλώνει κάποιος παίζει μέγιστο ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του.
Από τα παιδικά μου χρόνια θυμάμαι ατελείωτο παιχνίδι. Ούτε για φαγητό δε γύριζα, οι γονείς μου φώναζαν. Θυμάμαι πολλούς και καλούς φίλους. Πολλοί απ’ αυτούς δυστυχώς δεν είναι πια μαζί μας, μου λείπουν. Με σημάδεψε η μέρα που έμαθα ότι δεν υπάρχει Άγιος Βασίλης. Θυμάμαι τη στεναχώρια μου. Ένας ολόκληρος κόσμος γκρεμίστηκε μέσα μου.
Ας παραμείνουμε “πίσω”. Σε εκείνη τη στιγμή που είδες μια φωτογραφία που σε συγκλόνισε κι αποφάσισες να ασχοληθείς κι εσύ.
Δε θα πάμε και πολύ πίσω. Είχα ήδη αποφασίσει ότι θα ασχοληθώ με τη φωτογραφία. Η στιγμή που με σημάδεψε συνέβη στο μάθημα της Ιστορίας Φωτογραφίας στη σχολή. Καθόμουν τελευταίο θρανίο, μπαίνει η δασκάλα μας, ανοίγει τη γιγαντοοθόνη, σβήνει τα φώτα και μας δείχνει φωτογραφίες του Νίκου Οικονομόπουλου από το πρακτορείο Magnum.
Δε θυμάμαι κάτι συγκεκριμένο, θυμάμαι όμως ότι η μία μετά την άλλη φωτογραφία ήταν για εμένα γροθιά στο στομάχι. Εκεί κατάλαβα πόση δύναμη μπορεί να έχει μία φωτογραφία, γιατί η καθεμία ήταν γεμάτη αλήθεια και ζωή. Αυτό που έβλεπα δεν ήταν απλά φωτογραφία, ήταν ποίηση, ήταν «ποιητική φωτογραφία» και κατάλαβα αμέσως ότι αυτό ήθελα να κάνω.
Πώς άρχισες να πειραματίζεσαι; Θυμάμαι την ιστορία που πήγαινες μόνος σου στο βουνό και φωτογράφιζες.
Άρχισα με μία αναλογική που αγόρασα από έναν φίλο από το χωριό. Δεν είχα καμία γνώση πώς να την χειριστώ. Αργούσα να δω και το αποτέλεσμα μέχρι να πάνε τα φιλμ στη Χαλκίδα για εμφάνιση κι έτσι πήρα μία compact. Δεν την κράτησα ούτε μήνα γιατί δεν είχε ρυθμίσεις ώστε να κάνω εγώ κουμάντο στο φως. Στη συνέχεια πήρα την πιο φθηνή DSLR για να πειραματιστώ.
Για να βγάλω την πρώτη μου φωτογραφία πήγα στον κάμπο του χωριού μου. Σε ένα καταπράσινο χωράφι που είχε ένα μοναχικό δέντρο στη μέση. Ήταν μέρα μεσημέρι κι έτσι την έβγαλα κατάμαυρη. Καμία πληροφορία καταγεγραμμένη.
Μετά από πολύ ψάξιμο έμαθα να την χειρίζομαι κι έτσι πήρα τα βουνά, τα χωράφια, τις παραλίες, τα ποτάμια και τις λίμνες. Μου άρεσε να πηγαίνω να φωτογραφίζω με δύσκολες καιρικές και φωτιστικές συνθήκες: νωρίς το πρωί και το απόγευμα που πέφτει ο ήλιος.
Δεν υπήρχε μέρα που να μην πάρω τα βουνά, σε σημείο παρεξηγήσεως από τους ανθρώπους στο χωριό. Νόμιζαν ότι τρελάθηκα. Κάποιοι έλεγαν ότι έχω μπλέξει με παράνομες δουλειές.
Στην κουβέντα μας είχες αναφέρει τα πρώτα σου φωτογραφικά βήματα στα πανηγύρια της Εύβοιας και σε γάμους των Ρομά. Πώς το σκέφτηκες ως τρόπο εξάσκησης της φωτογραφικής σου τέχνης;
Τα πρώτα μου βήματα τα έκανα επηρεασμένος από τις φωτογραφίες του Νίκου Οικονομόπουλου. Φωτογράφιζε σε πανηγύρια, σε καταυλισμούς τσιγγάνων, σε φτωχές περιοχές, στην επαρχία. Το πρώτο πανηγύρι που επισκέφθηκα για να φωτογραφίσω ήταν της Αγίας Παρασκευής στο χωριό μου. Μαγείρευαν όλο το βράδυ κρέας σε καζάνια με φωτιές από ξύλα. Είδα ότι μου πήγαινε να φωτογραφίζω σε τέτοιες καταστάσεις. Μπορούσα και ήμουν διατεθειμένος να αφιερώσω χρόνο. Έτσι, έψαξα και βρήκα κι άλλες γιορτές και πανηγύρια στην Εύβοια όπου θα είχα πιο εύκολη πρόσβαση. Πήγα και σε καταυλισμούς τσιγγάνων.
Είχα βρει ένα στυλ να φωτογραφίζω και απλά μετά ήθελα, πηγαίνοντας σε τέτοιες κλειστές κοινωνίες, να δουλέψω τον τρόπο προσέγγισής μου γιατί πιστεύω ότι η μισή δουλειά, η μισή φωτογραφία είναι το πώς θα προσεγγίσεις το θέμα.
Τι έμαθες από την επίσκεψή σου σε τόσα πανηγύρια; Ποιο ήταν το πιο δυνατό μάθημα που πήρες;
Μετά από τόσα πανηγύρια και μπαίνοντας σε αυτές τις κλειστές κοινωνίες έμαθα να είμαι ο εαυτός μου. Να μην προσποιηθώ ποτέ και για τίποτα, να είμαι αληθινός και ειλικρινής. Τόσο εύκολο και τόσο δύσκολο ταυτόχρονα. Δεν μπορείς να σταθείς σε τέτοιους χώρους, όπου οι άνθρωποι σου ανοίγουν ακόμα και το σπίτι τους και να μην είσαι ειλικρινής. Δεν μπορείς να γίνεις δεκτός αν προσποιηθείς έστω και για το παραμικρό.
Το πιο δυνατό μάθημα που έχω πάρει μέχρι τώρα είναι ότι καμία φωτογραφία δεν αξίζει ώστε να διακινδυνέψεις τη σωματική σου ακεραιότητα. Το κατάλαβα αυτό όταν είχα μπει σε μία πολύ κλειστή κοινωνία. Εισχώρησα αρκετά, πολύ περισσότερο απ’ όσο έπρεπε και ένας κινήθηκε απειλητικά προς το μέρος μου φωνάζοντας ότι εμείς οι φωτογράφοι τους εκμεταλλευόμαστε κι ότι βγάζουμε πολλά λεφτά με τις φωτογραφίες τους. Έκατσα να του εξηγήσω ήρεμα ότι δεν είναι έτσι. Λάθος μου. Με περικύκλωσαν οι δικοί του. Και μόνο που τον άκουγαν να φωνάζει του έδωσαν δίκιο. Έπεσαν κάποια σπρωξίματα, απείλησαν να σπάσουν τη μηχανή και το κεφάλι μου. Το πιο ανησυχητικό ήταν ότι κανείς από τους υπόλοιπους δεν προσπαθούσε να ηρεμήσει τα πνεύματα. Τους είπα ότι δεν έχω φωτογραφίσει, τους έδειξα τη μηχανή και τους διαβεβαίωσα ότι αφού δε θέλουν, θα φύγω. Έπρεπε να περάσω ανάμεσα από δύο για να πάω προς την πόρτα. Ήξερα ότι αν δεν με αφήσουν να περάσω, τα πράγματα θα ήταν πολύ δύσκολα. Ευτυχώς άνοιξαν και πέρασα.
Ποια είναι η φωτογραφία από αυτή την περίοδο που «κρύβει» την πιο συναρπαστική ιστορία που θα θυμάσαι για πάντα;
Η παραπάνω φωτογραφία. Είναι στις γιορτές Παλιάς Πόλης της Ξάνθης. 2011. Το πρώτο μου μεγάλο πανηγύρι εκτός Εύβοιας. Ανέβηκα με αμάξι. Δεν είχα υπολογίσει καλά τις βενζίνες και τα διόδια, μου έτυχε και μία βλάβη στο δρόμο και με έβγαλαν εκτός μπάτζετ. Όχι ότι ήταν και κανένα μεγάλο το μπάτζετ μου. Δικά μου, βλέπεις, όλα τα έξοδα.
Έτσι, αναγκάστηκα να περάσω επτά μερόνυχτα στο αμάξι. Το είχα αράξει σε μια γειτονιά απέναντι από ένα σπίτι ώστε να νιώθω ασφάλεια και να μην είμαι απομονωμένος.
Για τουαλέτα και μπάνιο πήγαινα στο πολυτεχνείο Ξάνθης καθώς εκείνη την περίοδο είχε κατάληψη. Είχα μιλήσει με τους φοιτητές και με άφηναν να μπαίνω. Μετά από τόσες μέρες στο αμάξι εκτίμησα το κρεβάτι μου και το τρεχούμενο νερό. Έβλεπα σπίτια που είχαν φως και ζήλευα επειδή εγώ ήμουν μόνος. Έφτασα σε σημείο να βλέπω κόσμο στο δρόμο και να σκέφτομαι ότι “αυτός ο άνθρωπος θα κοιμηθεί απόψε σε κρεβάτι κι ότι δεν υπάρχει άνθρωπος από εδώ που να μην κοιμηθεί σε στρώμα”.
Στο τέλος, όμως, όλο αυτό μου αφήνει γλυκιά γεύση. Θα το ξαναέκανα σίγουρα. Από τότε έχω ξανακοιμηθεί κι άλλες φορές στο αμάξι. Δεύτερο ρεκόρ, τέσσερις μέρες στην Αράχοβα για το πανηγυράκι του Αγίου Γεωργίου (εκεί λόγω κρύου είχα στήσει αντίσκηνο μέσα στο αμάξι. Το αμάξι είναι ένα μικρό δίπορτο).
Εφτά μέρες πανηγύρι, χιλιάδες φωτογραφίες από όλες αυτές τις μέρες και κράτησα μόνο αυτή. Γιατί μόνο αυτή η φωτογραφία ήταν όπως την ήθελα και αυτή την έβγαλα χωρίς να κοιτάζω μέσα από το οφθαλμοσκόπιο της μηχανής.
Από αυτά σου τα ταξίδια έχει προκύψει μια σειρά φωτογραφιών με λαογραφικά στοιχεία που απεικονίζουν την εικόνα μιας άλλης Ελλάδας. Πώς θα περιέγραφες τους πρωταγωνιστές σου;
Είναι απλοί καθημερινοί άνθρωποι που μου βγάζουν αγνότητα. Είναι αυτοί που θα τους δει ο κόσμος και θα τους προσπεράσει, δε θα τους δώσει καθόλου σημασία. Κι όμως μέσα στην απλότητά τους, είναι τόσο γεμάτοι από ζωή.
Σε διπλανό χωριό από το δικό μου στη Βόρεια Εύβοια, με έχουν αποκηρύξει. Ο λόγος; Κάθε Σεπτέμβριο γίνεται λιτανεία εικόνας. Την παίρνουν και την πάνε με τα χέρια έξω από το χωριό σε ένα ξωκλήσι. Έχω πάει δύο χρονιές να φωτογραφίσω.
Ένας ντόπιος, όπου βρεθεί κι όπου σταθεί λέει να μην μου επιτρέψουν να φωτογραφίσω ξανά το χωριό τους γιατί βγάζω όλους τους κουτσούς, τους στραβούς, τους τσιγγάνους και τους παππούδες και δεν φωτογραφίζω τους δημάρχους και τους αρχιεπισκόπους θεωρώντας ότι τους κάνω δυσφήμιση.
Η τραγική ειρωνεία; Οι φωτογραφίες που έβγαλα σε εκείνο το χωριό ήταν η αφορμή να με καλέσουν στην εκπομπή “Μένουμε Ελλάδα” προκειμένου να τις παρουσιάσω μιλώντας για πολύ ώρα για το χωριό του. Τόση δυσφήμιση.
Ασχολείσαι και με τη φωτογραφία γάμου αλλά με ένα πιο ντοκιμαντερίστικο στυλ. Ποιο είναι το στοιχείο που σε ιντριγκάρει σε αυτή το είδος φωτογραφίας;
Με ιντριγκάρει γιατί ο γάμος είναι από τα πιο δύσκολα είδη φωτογράφισης. Ό,τι γίνεται, γίνεται μία φορά και δεν έχεις ευκαιρία επανάληψης. Η ετοιμότητά σου εκείνη τη μέρα σχετικά με τεχνικά και θεωρητικά θέματα, αλλά και με την αντίληψη του χώρου πρέπει να είναι στο 100%.
Ο γάμος για εμένα είναι ντοκουμέντο, γι’ αυτό τον αντιμετωπίζω σαν ντοκιμαντέρ. Με ιντριγκάρει επίσης όταν υπάρχουν ζευγάρια που επιλέγουν αυτό το στυλ γιατί ξέρω ότι θα προκύψει μία όμορφη φωτοιστορία με αρχή, μέση και τέλος που θα την ευχαριστηθώ κι εγώ ο ίδιος. Ο κόσμος πρέπει να επιλέγει τις φωτογραφικές ματιές κι όχι τον αριθμό των άλμπουμ που δίνει ο καθένας. Ο φωτογράφος δεν πουλάει χαρτιά και μελάνια, πουλάει την ματιά του.
Ποιους φωτογράφους παρακολουθείς και θαυμάζεις;
Παρακολουθώ μανιακά -κρατώντας προσωπικό αρχείο- τους φωτογράφους που είναι στο πρακτορείο Magnum Photos. Εκεί βρήκα αληθινή φωτογραφία κι όχι ωραία φωτογραφία.
Έχουμε πήξει στην ωραία φωτογραφία. Ψέματα και ωραιοποίηση στην καθημερινή μας ζωή, στις σχέσεις μας, στη δουλειά μας, στους γονείς μας, στους φίλους μας…ε όχι και στην φωτογραφία. Το καλό, όμως, είναι ότι στη φωτογραφία δεν μπορείς να πεις ψέματα. Άλλωστε, πρώτος-πρώτος μέσα στην κάθε φωτογραφία φαίνεται ο ίδιος ο φωτογράφος.
Ποιον/α θα ήθελες πολύ να ποζάρει μπροστά στο φακό σου;
Tον πατέρα μου θα ήθελα πολύ. Τον έχασα τέλη του 2009. Ήταν φυσιογνωμία από αυτές που θα φωτογράφιζα αν τον έβλεπα σε ένα πανηγύρι.
Τι θα συμβούλευες σε κάποιον που θέλει ν’ αρχίσει να φωτογραφίζει;
Να είναι διατεθειμένος να δουλέψει πολύ. Το ταλέντο μόνο του δεν φτάνει. Ίσα-ίσα που κάνει κακό αν μείνει μόνο σε αυτό και εφησυχάσει.
Να έχει τεχνικό και θεωρητικό υπόβαθρο οπωσδήποτε. Χωρίς αυτά δε θα έχει αποτέλεσμα. Ο Van Gogh έλεγε σε μία επιστολή προς τον αδερφό του ότι αν δεν έχει μελετήσει παλιούς ζωγράφους και δεν έχει θεωρητικό υπόβαθρο, να μην ξεκινήσει να κάνει ούτε μία ευθεία γραμμή.
Να είναι διατεθειμένος επίσης να κάνει θυσίες. Άλλωστε, αν του αρέσει αυτό που κάνει δε θα το νιώσει σαν θυσία. Για να κάνεις μεγάλο έργο χρειάζεται να θυσιάσεις και τον ίδιο σου τον εαυτό.
Ποια είναι η καλύτερη συμβουλή που έχεις λάβει ποτέ;
Στο θέμα φωτογραφίας η καλύτερη συμβουλή που έχω ακούσει -άγια συμβουλή- είναι να δω πολλή και καλή φωτογραφία. Γενικά…να κάνω αυτό που μου αρέσει γιατί έτσι θα αρέσει και στους άλλους.
Ποιο είναι το πιο τρελό σου όνειρο σχετικά με την πορεία σου στη φωτογραφία;
Δε θα ήθελα να το πω τώρα και να ξεθυμάνει η δύναμή του. Θα πρέπει να δουλέψω πολύ ακόμα κι όταν και αν κάποια στιγμή γίνει, θα το πω.
Ένα μικρό δείγμα δουλειάς του:
Marianna says: «Δες το πλήρες porfolio του Μιχάλη Παππά στο Behance εδώ, μάθε περισσότερα για εκείνον στη σελίδα του στο Protagon όπου φιλοξενούνται τα φωτορεπορτάζ του».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Tα σχόλια οσο το δυνατόν φιλτράρονται ως προς το ύφος και το ήθος τους.
Kάθε υβριστικό ,προσβλητικό ή άσχετο με το θέμα της ανάρτησης σχόλιο θα διαγράφεται .
Εγκρίνονται μόνο τα μηνύματα στα οποία εκφράζονται υγιείς απόψεις.
Ο κάθε σχολιαστής υπογράφει ηλεκτρονικά το σχόλιο του και είναι υπεύθυνος έναντι των νόμων.
Το ΜΑΝΤΟΥΔΙ NEWS δεν ενστερνίζεται και δεν φέρει καμία ευθύνη για όσα γράφουν οι αναγνώστες στα σχόλια τους.