ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Η λέξη Κώμη ( στην Ιωνική διάλεκτο ) Κούμη ( στην Δωρική διάλεκτο ) την έφεραν στον Ελλαδικό χώρο οι Δαναοί ( ίσως περί το 2.200 π.χ. ) , ως τοπωνύμιο την συναντάμε σε πολλές περιοχές - μέχρι και σήμερα - στην Αίγυπτο , στο Σουδάν στην Μέση Ανατολή και σε Αραβικές περιοχές και μέσα από εγκυκλοπαίδειες μαθαίνουμε ότι σημαίνει την όμορφη
,την ωραία μικρή πόλη
αλλά και την πόλη που βρίσκεται στην κορυφή και έχει ωραία θέα ( ίσως
από αυτό όπως κάποιοι υποστηρίζουν προέρχεται και το Νέο Ελληνικό
<< Κόμη >> που σημαίνει το καλό χτένισμα στην κεφαλή ( το
ψηλότερο σημείο του ανθρώπινου σώματος ) .
Στον Αρχαίο Ελλαδικό χώρο ως Τοπωνύμιο το συναντάμε σύμφωνα με αρχαίες αναφορές κυρίως στην Νήσο Εύβοια και κυρίως σε αναφορές για την Αρχαία Κέρινθο ( Δωρική ) / Κήρινθο ( Ιωνική ) , την Αρχαία Ερέτρια και για την << Εύβοια >>.
Η Κώμη / Κούμη ήταν ο οικισμός / οί οι οποίοι βρίσκονταν εκτός τειχών της Πόλης και αυτό είναι ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των Δωρικών Πόλεων σε αντίθεση με τις Ιωνικές Πόλεις όπου όλος ο πληθυσμός βρισκόταν εντός των τειχών .
Οι Ιστορικές αναφορές που έχουμε μας μιλάνε για την Κούμη των Αιγών ( Βόρειος Εύβοια ) ,όπου υπάρχει και η αναφορά για καταπόντισή της , επίσης έχουμε αναφορές για την Ευβοϊκή Κούμη ,
σε αυτή την περίπτωση που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις αναφορές και την σύνδεσή της με αποικίες - στην Αιολίδα , Κάτω Ιταλία - πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η σημερινή Εύβοια έλαβε αυτό το όνομα για όλο το Νησί κατά τους πρώτους Ρωμαϊκούς χρόνους και ο όρος ΕΎΒΟΙΑ / ός / ή κ.λ.π. ,
εννοούσε την περιοχή της Βόρειας Εύβοιας και κυρίως τις Αρχαίες περιοχές του Κηρέα του Νηλέα και των Αιγών .
Η Αρχαία Πόλις Εύβοια βρισκόταν στα σημερινά Λευκονήσια Κοτσικιά , αλλά καταποντίστηκε , από μεγάλο σεισμό και ίσως και η Κούμη της .
Πολλές αρχαίες αναφορές επίσης έχουμε για την << Κούμη της Κερίνθου >> .
Δηλαδή με λίγα λόγια κάθε Δωρική Πόλη ( Ανεξάρτητη Πολιτική / Κοινωνική Δύναμη ) είχε και Κούμη / ες / Κώμη , οικισμούς εκτός των τειχών της Πόλης / Πολιτικό Κέντρο ,
οι οικισμοί αυτοί λόγο
της << ελεύθερης >> διαβίωσης , έξω από το Πολιτικό Κέντρο,
να είχαν και μεγαλύτερη ανάπτυξη και κυρίως πληθυσμιακή και αυτός να
ήταν ένας λόγος μετοίκησης και δημιουργίας αποικιών σε άλλους τόπους .
Το φυσικό λιμάνι της Αρχ.Κηρίνθου ΚΥΜΑΣΙ μετά τον 10οΠΧ αιώνα, ίσως να είναι το λιμάνι που μας αναφέρει ο Στράβων ότι ξεκίνησε ο Ιπποκλής ο Κουμαίος για το ταξίδι του στην κάτω Ιταλία
Από τα παραπάνω λοιπόν συμπεραίνουμε και σε σχέση με την ύπαρξη η μη Πόλης με το όνομα Κούμη / Κύμη στην Νήσο Εύβοια που είναι συνδεδεμένη με την Κύμη της Καμπανίας , ότι το τοπωνύμιο Κούμη / Κώμη είναι συνδεδεμένο με την ύπαρξη μιας Μεγάλης και Ανεξάρτητης Πόλης / Κράτος και λαμβάνοντα υπ΄ όψιν ότι ο Όρος << ΕΎΒΟΙΑ / ός /ή κ.λ.π. >> αφορούσε μέχρι τον 2 ο π.χ. αιώνα την περιοχή του Κηρέα , του Νηλέα και των Αιγών καταλήγουμε στο Συμπέρασμα ότι την Αρχαία Κούμη και το << Ευβοϊκό Αλφάβητο >> θα πρέπει να τα αναζητήσουμε στην περιοχή του σημερινού Δήμου Μαντουδίου -Λίμνης - Αγίας Άννας, και ενώ λοιπόν οι αρχαίες αναφορές μας αναφέρουν την καταπόντιση της Ευβοϊκής Κούμης και της Κούμης των Αιγών , σύμφωνα με τις αναφορές του Στράβωνα η Αρχαία Κούμη της Κερίνθου βρισκόταν παρά τον Βουδόρος ποταμό δηλαδή ο σημερινός Κυμασιώτης ποταμός που εκβάλλει στο λιμάνι Κυμάσι , ίσως λοιπόν το σημερινό Κυμάσι να είναι το λιμάνι που μας αναφέρει ο Στράβων ότι ξεκίνησε ο Ιπποκλής ο Κουμαίος για το ταξίδι του στην κάτω Ιταλία και την δημιουργία της αποικίας Κύμη .
Τελικά λοιπόν θα πρέπει να καταλήξουμε στο Συμπέρασμα ότι Ανεξάρτητη , Αυτόνομη , Ισχυρή Πόλη που μπορούσε να κάνει αποικίες στον Ελλαδικό και στο Μεσογειακό χώρο με το Όνομα ΚΟΎΜΗ / ΚΎΜΗ δεν υπήρξε ποτέ στην Νήσο Εύβοια και την ΕΥΒΟΪΚΉ ΚΟΎΜΗ / ΚΎΜΗ θα πρέπει να την αναζητήσουμε στην Αρχαία << ΕΎΒΟΙΑ >>δηλαδή στην περιοχή του Κηρέα , του Νηλέα και των Αιγών .
Πηγές:
Η ετυμολόγηση των αρχαίων λέξεων, Πόλις και Κώμη
Ο Όμηρος την πόλιν την ονομάζει Πτόλις (-ιος), ἡ, Επικ. αντί πόλις, σε Όμηρ., Αισχύλ., Ευρ.
Η Πρώτη Ερμηνεία της Λέξεως: Η λέξη πόλη, έρχεται από τα αρχαία ελληνικά, όπου ήταν πόλις, υπήρχε όμως και εναλλακτικός πανάρχαιος τύπος, πτόλις, που θα τον θυμόμαστε ίσως από το «Τροίης ιερόν πτολίεθρον» στην αρχή της Οδύσσειας. Η αρχική σημασία της λέξης πρέπει να ήταν το φρούριο, ο οχυρωμένος τόπος, η ακρόπολη. Στη συνέχεια, στην κλασική αρχαιότητα η λέξη δήλωνε μια πολιτική και θρησκευτική κοινότητα, μια κοινότητα κατοίκων, σε αντίθεση με τη λέξη «άστυ», επίσης πανάρχαια, που δήλωνε την πόλη ως οικιστική μονάδα.
LIDDELL & SCOTT – Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας: κώμη, ἡ, = Λατ. vicus, χωριό ή κωμόπολη, αντίθ. προς την περιτειχισμένη έννοια της πόλης· αρχικά Δωρ. λέξη = Αττ. δῆμος, σε Ησίοδ., Ηρόδ.· κατοικῆσθαι κατὰ κώμας, ζω σε ξεχωριστά χωριά (όχι σε οχυρωμένες πόλεις), λέγεται για τους Μήδους, σε Ηρόδ.· ομοίως λέγεται για χώρα, κατὰ κώμας οἰκεῖσθαι, έχοντας τον πληθυσμό της κατανεμημένο σε χωριά, σε Θουκ.
κωμήτης, -ου, ὁ (κώμη), I. χωρικός, επαρχιώτης, αγρότης, σε Πλάτ., Ξεν. II. λέγεται στην πόλη, κάποιος από την ίδια συνοικία, Λατ. vicinus, σε Αριστοφ.· με πιο χαλαρή έννοια, χθονὸς κωμῆται, κάτοικοι ενός τόπου, σε Ευρ.
Λεξικό της Κοινής Ελληνικής: κώμη η: α. κωμόπολη. β. χωριό με ανεπτυγμένη πολιτιστική και οικονομική ζωή. [λόγ. < αρχ. κώμη “ατείχιστο χωριό”].
Τι είναι κώμη;
Κώμη είναι ένας χαρακτηρισμός που χρησιμοποιείται για το μέγεθος ενός οικισμού. Ως γνωστόν οι πολύ μικροί οικισμοί λέγονται χωριά και οι μεγάλοι πόλεις. Ανάμεσα στους δύο αυτούς χαρακτηρισμούς υπάρχει και η κώμη και η κωμόπολη. Η κώμη είναι ένας οικισμός λίγο μεγαλύτερος από το χωριό, δηλαδή μια μικρή κωμόπολη ή ένα χωριό με πολύ ανεπτυγμένη οικονομική πολιτιστική ζωή. Μάλιστα η λέξη κωμόπολη είναι σύνθετη με το πρώτο συνθετικό να προέρχεται από την λέξη κώμη.
Στα αρχαία ελληνικά η λέξη αυτή σήμαινε το ατείχιστο, δηλαδή χωρίς οχύρωση, χωριό.
Λογγείον: κώμη, ἡ, unwalled village, opp. fortified city (said to be Dor. = Att. δῆμος, Arist. Po. 1448a36, cf. κωμῳδία), Hes. Sc. 18, Hdt. 5.98; opp. πόλις, Pl. Lg. 626c; κατοικῆσθαι κατὰ κώμας Hdt. 1.96; πόλεσιν ἀτειχίστοις καὶ κατὰ κ. οἰκουμέναις formed of scattered villages, Th. 1.5; πόλεως . . κατὰ κ. τῷ παλαιῷ τῆς Ἑλλάδος τρόπῳ οἰκισθείσης ib. 10, cf. 3.94; διοικίζεσθαι κατὰ κώμας X. HG 5.2.5; κατὰ κ. κεχωρισμένοι Arist. Pol. 1261a28. quarter, ward of a city, διελόμενοι τὴν μὲν πόλιν κατὰ κώμας, τὴν δὲ χώραν κατὰ δήμους Isoc. 7.46, cf. Pl. Lg. 746d.
LIDDELL & SCOTT – Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας: πόλις, ἡ, γεν. πόλεως (δισύλ. σε Αττ. ποιητές), πόλεος, Επικ. πόληος, Ιων. και Δωρ. πόλιος (δισύλ. σε Ομήρ. Ιλ.)· επίσης πόλευς· δοτ. πόλει, Επικ. πόληϊ, Ιων. πόλι· αιτ. πόλιν, Επικ. επίσης πόληα· πληθ. ονομ. πόλεις, Επικ. πόλεες, Ιων. πόλιες· γεν. πολίων· δοτ. πόλισι, Επικ. πολίεσσι, Δωρ. πολίεσσι· αιτ. πόλεις, πόλιας· I.
1. πόλη, σε Όμηρ., Ησίοδ. κ.λπ.· πόλις ἄκρη και ἀκροτάτη = ἀκρόπολις, ακρόπολη, προπύργιο, σε Ομήρ. Ιλ.· στην Αθήνα το ονόμαζαν απλώς πόλις, ενώ το υπόλοιπο μέρος της πόλης ονομαζόταν ἄστυ, σε Θουκ. κ.λπ.· το όνομα της πόλης συχνά προστίθετο σε γεν., Ἰλίου πόλις, Ἄργους πόλις, η πόλη του…, σε Αισχύλ. κ.λπ.· επίσης κατά παράθεση, ἡ Μένδη πόλις, σε Θουκ.
2. πόλη ή πατρίδα κάποιου, σε Ομήρ. Οδ. κ.λπ.
II. 1. όταν το πόλις και το ἄστυ συνδυάζονται, τότε το πρώτο σημαίνει το σώμα, το σύνολο των πολιτών, και το δεύτερο τις κατοικίες τους, σε Ομήρ. Ιλ.· ὧν πόλις ἀνάριθμος ὄλλυται, όπου πόλις = ο αριθμός των πολιτών, σε Σοφ.· απ’ όπου,
2. το κράτος (πολιτεία), σε Ησίοδ., Πίνδ., Αττ.· ιδίως, το πιο ελεύθερο κράτος, το δημοκρατικό, σε Σοφ., Ξεν. κ.λπ. 3. το δικαίωμα της συμμετοχής στα κοινά, όπως Λατ. civitas, σε Αριστοφ., Δημ.
Ευ. Μαντουλίδης: Ετυμολογικό λεξικό Αρχαίας Ελληνικής: Πόλις καί ἐπικ. πτόλις. Ἀβέβαιη ἡ ἐτυμολογία της. Ἴσως ἀπ’ τό πέλομαι (= εἶμαι σέ κίνηση) ἤ μπορεῖ νά συγγενεύει μέ τό πύλη. Παράγωγα: πολί ζω (=χτίζω πόλη), πόλισμα, πολισμός, πολιστής (= θεμελιωτής πόλης), πολίτης, πολιτικός, πολιτεύω, πολιτεία, πολίτευμα, συμπολιτεία, ἀντιπολιτεία (= ἀντιπολήτευση), πολιτευτέον, πολιτευτής (= δημαγωγός), πολιτευτικός, πολίχνη (=μικρή πόλη), Πολιάς -άδος (= ἡ προστάτισσα τῆς πόλης) καί τά σύνθετα πολιορκῶ, πολιοῦχος, πολιτογραφῶ.
Online Ετυμολογικό Λεξικό: «αρχαία ελληνική πόλη-κράτος», 1894, από την ελληνική πόλη, πτόλις «ακρόπολη, οχυρό, πόλη, πόλη· το κράτος, κοινότητα, πολίτες», από την ΠΙΕ *tpolh- «ακρόπολη· κλειστός χώρος, συχνά σε ψηλό έδαφος· κορυφή λόφου ” (πηγή επίσης του σανσκριτικού pur, puram, γεν. purah = πόλη, ακρόπολη”, λιθουανικά pilis “φρούριο”). Επίσης από το 1894.
Online Etymology Dictionary: “ancient Greek city-state,” 1894, from Greek polis, ptolis “citadel, fort, city, one’s city; the state, community, citizens,” from PIE *tpolh- “citadel; enclosed space, often on high ground; hilltop” (source also of Sanskrit pur, puram, genitive purah “city, citadel,” Lithuanian pilis “fortress”). also from 1894
Αρχαίες Πηγές:
Θουκυδιδης / Thucydides Hist., Historiae 4, 43, 1, 3
καὶ Βάττος μὲν ὁ ἕτερος τῶν στρατηγῶν (δύο γὰρ ἦσαν ἐν τῇ μάχῃ οἱ παρόντες) λαβὼν λόχον ἦλθεν ἐπὶ τὴν Σολύγειαν κώμην φυλάξων ἀτείχιστον οὖσαν, Λυκόφρων δὲ τοῖς ἄλλοις ξυνέβαλεν.
Ετυμολογικο Γουδιανο / Etymologicum Gudianum “Etymologicum Graecae linguae Gudianum et alia grammaticorum scripta e codicibus manuscriptis nunc primum edita”, εκδ. Sturz, F.W. Leipzig: Weigel, 1818, επανέκδ. 1973:
Κωμάζειν, κυρίως τὸ ἐπικοιμᾶσθαι καὶ βαδίζειν· ἔστιν οὖν κῶμος ὁ καιρός· τὸ δὲ κῶμος ἐκ τοῦ κωμάζω, τὸ ἐπὶ τοῦ κοιμᾶσθαι βαδίζειν· τὸ δὲ κῶμος παρὰ τὸ κῶ τὸ κοιμῶμαι, ἐξ οὗ καὶ κώμη τὸ χωρίον, ἢ κοιμητήριον, καὶ ἀνάπαυσις τῶν ζώων.
Μ. Ψελλος / Michael Psellus Polyhist., Theologica / “Michaelis Pselli theologica, vol. 1”, Ed. Gautier, P. Leipzig: Teubner, 1989. Opusculum 1,51:
Ἡ μὲν οὖν ἀπέναντι κώμη ἡ τοῦ καθ’ ἕκαστόν ἐστι ψυχή, πάλαι μὲν πόλις εὐτείχιστος οὖσα
καὶ μεγάλη καὶ πίειρα, ἀλλ’ ὕστερον ἀφαιρεθεῖσα τὰς περιβολὰς καὶ πᾶσιν
εὐεπίβατος γενομένη· ἀπέναντι δέ, ἢ ὅτι ἐκ διαμέτρου ἀπὸ τῆς κρείττονος
μοίρας μετακεχώρηκε πρὸς τὴν χείρονα, ἢ ὅτι κατ’ εὐθεῖάν ἐστι ταῖς τῶν
θείων σπερμάτων ὑποδοχαῖς.
Ησυχιος / Hesychius Lexicogr., “Hesychii Alexandrini lexicon, vols. 1–2”, εκδ. Latte, K. Copenhagen: Munksgaard, 1:1953; 2:1966:
ἀπὸ πτόλιος· ἀπὸ τῆς πόλεως (Δ 514) AS.
Αρχαιολόγοι και ερευνητές μέχρι σήμερα δεν έχουν βρει απομεινάρια του Περίφημου Ινδοευρωπαϊκού Πολιτισμού σε κανένα σημείο της γης. Άλλα για τον πανάρχαιο Ελληνικό Πολιτισμό υπάρχουν άφθονες αποδείξεις σε πολλά μέρη του πλανήτη μας. Εδώ βλέπουμε την προσπάθεια των ξένων Λεξικογράφων όχι μόνο να μη μας λένε την σωστή ετυμολογία των λέξεων της Αγγλικής, αλλά μας παραμυθιάζουν και με την ετυμολογία των Ελληνικών λέξεων που προσπαθούν να μας πουν ότι είναι… πρωτο-ινδοευρωπαϊκές.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- .Δημήτρη Συμεωνίδη JP, δημοσιογράφου / ανταποκριτού Ε.Σ.Ε.Μ.Ε.
- . Θησαυρός Ελληνικής Γλώσσας (TLG)Ομήρου Ιλιάς
- Online Etymology Dictionary
- Ευ. Μαντουλίδης: Ετυμολογικό λεξικό Αρχαίας ΕλληνικήςLIDDELL & SCOTT
- Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας
- Λεξικό της Κοινής Ελληνικής
- Brent The Etymology of Greek Κώμη and related problems, Vine-University of California, Los Angeles USA.
Συγχαρητήρια και πάλι κύριε Αναγνώστου .Η επιμονή σας θα φέρει μακροπρόθεσμα αποτελέσματα, μέσω της αρχαιολογικής σκαπάνης των αρχαίων γραφών και χαρτών που υπάρχουν σήμερα. Εύχομαι αυτή η περιοχή του Δήμου Μαντουδίου και οι περιοχές του Κηρέα του Νηλέα και των Αιγών να αποκαταστήσουν την ένδοξη ιστορία τους, που τόσα χρόνια δεν έχει αναδειχθεί !
ΑπάντησηΔιαγραφή